παρασκάλμια

παρασκάλμια
τὰ, Μ
μικρά κωπήλατα πλοία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + σκαλμός»το ξύλο στο οποίο προσαρμόζεται το κουπί»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”